1. Πότε τελείται το αδίκημα της κακουργηματικής παραβίασης προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με το νόμο 4624/2019;
Σύμφωνα με την με αριθμό 686/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου η «βλάβη» στη διάταξη του άρ. 38 παρ. 4 Ν 4624/2019 μπορεί να είναι και «ηθική», υπό την έννοια της «μη περιουσιακής» ζημίας.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρεται ότι ο νόμος με σαφήνεια διακρίνει στην παραπάνω πρόβλεψη την έννοια της περιουσιακής ζημίας από αυτήν της βλάβης.
Η οποία δεν προβλέπεται ως περιουσιακή, αντιδιαστέλλοντας αυτές, ενώ μόνο για την περιουσιακή ζημία (όπως και για το περιουσιακό όφελος) εισάγεται συγκεκριμένο ποσοτικό όριο (όπως έχει επικρατήσει στα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και κατά της περιουσίας) όχι δε και για τη βλάβη». Ακόμη, στη διάταξη προβλέφθηκε εκτός από το σκοπό παράνομου περιουσιακού οφέλους και το σκοπό βλάβης τρίτου, (που υπήρχαν και στην προηγούμενη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 6 του Ν 2472/1997) και ο σκοπός πρόκλησης περιουσιακής ζημίας. Επομένως συντρέχει κακουργηματικής μορφής παράβαση του άρθρου 38 παρ. 4 του Ν 4624/2019, όταν συνυπάρχει στο πρόσωπο του δράστη το πρόσθετο στοιχείο του σκοπού πρόκλησης βλάβης τρίτου από την παραβίαση προσωπικών δεδομένων, μη περιουσιακής, αλλά ηθικής τοιαύτης.
2. Η καταγραφή με κινητό μίας ερωτικής συνεύρεσης και η μετέπειτα επεξεργασία του βίντεο αυτού αποτελεί αδίκημα σύμφωνα με τη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων;
Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4624/2019, ήτοι του νόμου για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, αρχείο προσωπικών δεδομένων αποτελεί και η με την μαγνητοσκόπηση δια ψηφιακής κάμερας συσκευής κινητής τηλεφωνίας δημιουργία οπτικοακουστικού υλικού της ερωτικής συνεύρεσης δύο προσώπων, αφού το παραχθέν υλικό δεν χρειάζεται καμία ομαδοποίηση ή ταξινόμηση, ενώ επεξεργασία αποτελεί και αντιγραφή και η αποθήκευση αυτού και η μη διαγραφή του μετά τη λήψη του, όπως και το "μοντάρισμα", προκειμένου να αποκοπούν συγκεκριμένες σκηνές (βλ. ΑΠ 686/2021 , ΑΠ 505/2020 , ΑΠ 96/2020). Για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος της εν λόγω μορφής απαιτείται: α) η ύπαρξη "συστήματος αρχειοθέτησης" που περιέχει προσωπικά δεδομένα, β) η μη ύπαρξη δικαιώματος επεξεργασίας τους, γ) η αναφερόμενη στο α' εδάφιο της πρώτης παραγράφου μορφή επενέργειας σε αυτά και δ) η επιπρόσθετη συμπεριφορά του δράστη, που τίθεται διαζευκτικά, συνισταμένη στη χρησιμοποίηση, μετάδοση, διάδοση, κοινολόγηση με διαβίβαση, διάθεση, ανακοίνωση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε μη δικαιούμενα πρόσωπα ή όταν ο δράστης καθιστά προσιτά ή επιτρέπει σε μη δικαιούμενα πρόσωπα να λάβουν γνώση των δεδομένων αυτών.
Παράνομη χρήση φωτογραφιών και μηνυμάτων
1. Αποτελούν οι φωτογραφίες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης νόμιμα αποδεικτικά μέσα;
Σύμφωνα με την απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ηρακλείου με αριθμό 8-9 και 12-21/2019, ως προς τις φωτογραφίες που έχουν δημοσιευτεί από τον χρήστη στο λογαριασμό του μέσου κοινωνικής δικτύωσης (Facebook κ.λπ.).
Η χρήση αυτών εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (GDPR) (Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679.)
Η δημοσίευση προσωπικών πληροφοριών από τον ίδιο τον χρήστη στο Facebook είναι τεκμήριο υπέρ της επιθυμίας του για δημοσιοποίηση και όχι για περιφρούρηση και προστασία των πληροφοριών αυτών. Συνεπώς, φωτογραφίες που έχουν αναρτηθεί στο Facebook μπορεί να προσκομιστούν ως αποδεικτικά στοιχεία χωρίς να προσκρούουν στην απαγόρευση του άρθρου 19 του Συντάγματος, δεδομένου ότι έχουν αναρτηθεί με τη συναίνεση του χρήστη.
2. Αποτελούν τα μηνύματα μέσω ηλεκτρονικών μέσων και διαδικτυακών εφαρμογών ή μέσων κοινωνικής δικτύωσης (viber, messenger, Instagram κλπ), νόμιμα αποδεικτικά μέσα;
Σε αντίθεση με τις φωτογραφίες, η χρήση μηνυμάτων (γραπτών και ηχητικών) μέσω των social media, αποτελεί ζήτημα με μεγαλύτερη νομική περιπλοκότητα. Πρωτίστως πρέπει να σημειωθεί ότι τα γραπτά μηνύματα εμπίπτουν στη συνταγματικώς αναγνωρισθείσα προστασία της ιδιωτικότητας και της ανταπόκρισης, σύμφωνα με τα άρθρα 9 παρ.1 εδ. β΄ και 19 Σ, καθώς και το άρθρο 8 ΕΣΔΑ. Τα γραπτά μηνύματα, συνεπώς, μπορούν να αποθηκευτούν στη μνήμη του κινητού τηλεφώνου του παραλήπτη και έτσι μπορούν να ανασυρθούν ανά πάσα στιγμή. Η εν λόγω δυνατότητα τελεί σε γνώση του αποστολέα του μηνύματος συνεπώς υπάρχει τεκμαιρόμενη συναίνεση του αποστολέα να καταστήσει τον παραλήπτη κάτοχο του μηνύματος. Δικονομικά μάλιστα τα γραπτά μηνύματα αντιμετωπίζονται ως επιστολές.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ηρακλείου με απόφαση του (με αριθμό 8-9 και 12-21/2019), υποστήριξε ότι καταρχήν τα μηνύματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν πρέπει να θεωρούνται παράνομα αποδεικτικά μέσα όταν προσκομίζονται στο πλαίσιο δικαστικής μεταξύ τους διένεξης από τους ίδιους τους αντίδικους και συνάμα συνομιλούντες στα μέσα αυτά, αφού δεν προσβάλλεται το δικαίωμα της ελεύθερης επικοινωνίας, μήτε και το απόρρητο αυτής ή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Αντιθέτως, όταν τα μηνύματα προσκομίζονται στο δικαστήριο από τρίτο, αυτά θα πρέπει να θεωρούνται παράνομο αποδεικτικό μέσο. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι η απόφαση αυτή ενδεχομένως να μην εναρμονίζεται πλήρως με τη νομολογία του Αρείου Πάγου, ο οποίος ερμηνεύει την απαγόρευση του άρθρου 19 Σ συσταλτικά.
Διαβάστε άρθρα που σχετίζονται με την Παραβίαση προσωπικών δεδομένων
