
Η ταχύτατη ανάπτυξη της τεχνολογίας, η διάδοση της χρήσης των ηλεκτρονικών υπολογιστών και του Διαδικτύου, στο οποίο έχουν πρόσβαση εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι, διάφορων ηλικιακών, κοινωνικών, οικονομικών, εθνικών, πολιτικών ομάδων, έχουν διαμορφώσει νέα δεδομένα, συμβάλλοντας δραστικά στη βελτίωση όλων των τομέων της καθημερινής ζωής του σύγχρονου ανθρώπου. Πέρα, όμως, από τις όποιες ωφέλειες και ευκολίες αντλούμε από τη χρήση της τεχνολογίας, δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε, ότι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ως αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας, έχουν δώσει την ευκαιρία για ανάπτυξη νέων παραβατικών συμπεριφορών από ορισμένους ανθρώπους. Οι παραβατικές αυτές συμπεριφορές συνιστούν εγκληματικές πράξεις, που τελούνται, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, και αποδίδονται συνοπτικά με τον όρο ηλεκτρονικό έγκλημα ή κυβερνοέγκλημα.
Τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, λοιπόν στο χώρο των υπολογιστικών συστημάτων αλλά και του διαδικτύου, ακολουθεί η νέα μορφή εγκλήματος. Το ηλεκτρονικό έγκλημα και η εξέλιξη του είναι ανάλογη με την εξέλιξη της εν λόγο τεχνολογίας και οι διαστάσεις που έχει πλέον λάβει, κάνουν απαραίτητη την ύπαρξη αντίστοιχης νομοθεσίας. Ωστόσο, η νομοθεσία που θα αφόρα στο ηλεκτρονικό έγκλημα θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένας ξεχωριστός κλάδος του δικαίου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του το διαφοροποιούν από το συμβατικό έγκλημα. Για την θεσμοθέτηση των νόμων απαιτείται η προσέγγιση κι από τεχνολογικής πλευράς γι’ αυτό είναι απαραίτητη η γνώση θεμάτων σχετικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και το διαδίκτυο. Όλοι όσοι συμμετέχουν στη δίωξη του ηλεκτρονικού εγκλήματος όπως είναι οι δικηγόροι, οι εισαγγελείς, οι δικαστές, οι αστυνομικοί, θα πρέπει να κατέχουν τόσο νομικές γνώσεις όσο και τεχνικές. Η δυσκολία στην θεσμοθέτηση αυτή έγκειται στη διαμόρφωση κατάλληλης ορολογίας και στην άρτια εφαρμογή του Ποινικού και Δικονομικού Δικαίου. Είναι ευνόητο πως η παγκόσμια έκταση του διαδικτύου καθίστα αδύνατο τον προσδιορισμό του τόπου του εγκλήματος. Η δικαιοδοσία, η συνεργασία μεταξύ των κρατών σε διεθνής έρευνες ηλεκτρονικών εγκλημάτων και η διαδικασία έκδοσης όσων έχουν διαπράξει ηλεκτρονικά εγκλήματα με εθνικό χαρακτήρα είναι θέματα που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την πάταξη του ηλεκτρονικού εγκλήματος
Αυτό που προβληματίζει ιδιαίτερα την προσπάθεια νομοθετικών ρυθμίσεων για την αντιμετώπιση του ηλεκτρονικού εγκλήματος είναι η παγκόσμια διάσταση του διαδικτύου. Η διάσταση αυτή προβληματίζει γιατί πρόκειται για διαφορετικές χώρες και διαφορετική κουλτούρα, αυτό σημαίνει ότι το έγκλημα αντιμετωπίζεται διαφορετικά από χωρά σε χωρά ανάλογα με το κοινωνικοπολιτικό καθεστώς, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις κάθε λαού. Ευλόγα λοιπόν τίθεται ο προβληματισμός του πως θα αντιμετωπιστεί ένα έγκλημα που διαπράττεται σε δυο ή περισσότερες χώρες ταυτόχρονα στις οποίες ισχύει διαφορετικό νομοθετικό πλαίσιο ή όταν δεν υπάρχει νομοθετικό πλαίσιο για το συγκεκριμένο αδίκημα. Μοιραία λοιπόν καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι είναι ανάγκη να ύπαρξη νομική συνεννόηση μετά των χώρων, μια συνεργασία που θα βοήσει στην αναζήτηση και αποκάλυψη των εγκληματιών και γενικότερα στον περιορισμό του ηλεκτρονικού εγκλήματος. Περά όμως από τον ποινικό τομέα υπάρχει και ο προβληματισμός κατά την εφαρμογή του δικονομικού τομέα. Αυτό σημαίνει ότι κατά την διερεύνηση των ηλεκτρονικών εγκλημάτων οι διωκτικές αρχές θα έρθουν αντιμέτωποι με θεμελίωδεις αξίες, όπως είναι η προστασία του απορρήτου και της ιδιωτικότητας του άτομου.
Με τον όρο δικαιοδοσία εννοούμε την απόδοση δικαιοσύνης για μια εγκληματική συμπεριφορά και εντάσσεται στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου καθώς και στην αρμοδιότητα των διωκτικών αρχών που θα διερευνήσουν το έγκλημα. Η δικαιοδοσία προσδιορίζεται από τα γεωγραφικά κριτήρια, έτσι ένα κράτος έχει απόλυτη δικαιοδοσία για τα εγκλήματα που τελούνται όντως των γεωγραφικών ορίων ή που τελούνται από πολίτες του. Ο ορισμός αυτός δε θα μπορούσε να ισχύει στην περίπτωση τέλεσης ηλεκτρονικού εγκλήματος αφού στο διαδίκτυο δε μιλάμε για γεωγραφικά όρια. Έτσι, ένα έγκλημα μπορεί να τελεστεί σε μια άλλη χώρα από αυτή στην οποία ανήκει ο δράστης ή επίσης μπορεί κάποιος να διαχέει πληροφορίες στο διαδίκτυο επηρεάζοντας μεμονωμένα άτομα και οργανισμούς που ανήκουν σε διαφορετικές δικαιοδοσίες και σε διαφορετικό νομικό πλαίσιο. Το ζήτημα της δικαιοδοσίας στο ηλεκτρονικό έγκλημα καθορίζεται αρχικά από τις εθνικές νομοθεσίες, που θέτουν και τους βασικούς κανόνες, έπειτα από τις διεθνείς συμφωνίες, που προσπαθούν να ρυθμίσουν το θέμα σε διεθνές επίπεδο και τέλος από τις αποφάσεις των δικαστηρίων. Η δικαιοδοσία είναι δεδομένη όταν ένας δικτυακός τόπος είναι διαδραστικός, υπάρχει δηλαδή άμεση επικοινωνία και ανταλλαγή υλικού μεταξύ του χρηστή και του δικτυακού τόπου. Σε περίπτωση που ένας δικτυακός τόπος είναι παθητικός και απλά παρέχει πληροφορίες τότε δεν υφίσταται δικαιοδοσία. Το βασικό νομοθετικό κείμενο για τον προσδιορισμό της εννοίας της δικαιοδοσίας είναι η συνθήκη των Βρυξελλών (1968) κατά την οποία: Ένα άτομο που ζει μόνιμα σε κάποιο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να ενταχθεί σε αυτό. Σε υποθέσεις παραβίασης συμβατικής υποχρέωσης, ένα άτομο μπορεί να ενταχθεί στον τόπο όπου έλαβε χωρά η υποχρέωση, που τίθεται υπό αμφισβήτηση. Σε αστικά ζητήματα, ένα άτομο μπορεί να ενταχθεί στον τόπο, όπου έλαβε χώρα το ζημιογόνο αποτέλεσμα Ένας καταναλωτής, μπορεί να ενταχθεί μόνο στον τόπο που ζει μόνιμα, μπορεί όμως να επιλέξει την μεταφορά της υποθέσεις στον τόπο μόνιμης κατοικίας του αντιδίκου, εφόσον σε αυτόν υπέστη μεγαλύτερη ζημιά. Σε συμβάσεις που δεν εμπλέκεται μόνο ένας καταναλωτής, οι αντίδικοι μπορούν να συμφωνήσουν για τον τόπο εκδίκασης της υπόθεσης.
Ένα παράδειγμα που καταδεικνύει το νομικό χάσμα που επικρατεί από χωρά σε χωρά για το ζήτημα της δικαιοδοσίας είναι και η υπόθεση Yahoo! Η υπόθεση αυτή είχε να κάνει με την αγωγή που έκαναν δυο οργανισμοί στη Γαλλία ενάντια στην εταιρεία Yahoo με τον ισχυρισμό ότι διενεργούσε δημοπρασίες κατά τις οποίες εμφανιζόταν και ήταν διαθέσιμο προς πώληση προπαγανδιστικό υλικό για τους Νάζι. Η πρόσβαση στη δημοπρασία ήταν εφικτή μονό στην αγγλική γλωσσά (yahoo.com) και όχι από τη γαλλική (yahoo.fr). Την υπόθεση ανέλαβε η γαλλική δικαιοσύνη η οποία και δικαίωσε τους δυο οργανισμούς, επιβάλλοντας στην εταιρεία Yahoo την τοποθέτηση φίλτρων που θα επιτρέψει στους γάλλους πολίτες τη πρόσβαση στις σελίδες αυτές. Η εταιρεία Yahoo δικαίως υποστήριξε ότι κάτι τέτοιο θα προκαλούσε πρόβλημα σε κάποιες άλλες εταιρείες που διαθέτουν κάθε είδους υλικό το όποιο μπορεί σε κάποια χωρά να θεωρείται αποδεκτό και σε άλλες να θεωρείται παράνομο. Η Yahoo απευθύνθηκε στη συνεχεία στο δικαστήριο της Καλιφόρνια όπου και δικαιώθηκε με βάση το Σύνταγμα και τους νομούς των ΗΠΑ.