Στην ανωτέρω απόφαση το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αγρινίου αρχικά εξέτασε το ζήτημα εφαρμοστέου κανόνα δικαίου (σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ. 1 ΑΚ ), δεδομένου ότι υιοθεσία περιείχε στοιχεία αλλοδαπότητας από πλευράς του τέκνου- το οποίο είχε διπλή υπηκοότητα ελληνική και βουλγαρική-. Εφαρμόζοντας το επιμεριστικό σύστημα, ακολούθησε για τον καθένα το δίκαιο της δικής του ιθαγένειας (ΑΚ33). Στη συνέχεια το δικαστήριο, ερμήνευσε το 1543ΑΚ, το οποίο τάσσει ανώτατο όριο διαφοράς ηλικίας μεταξύ υιοθετημένου και υιοθετούμενου, ως άρθρο με επιβοηθητική και σχετική σημασία και όχι ως αυστηρή προϋπόθεση για τη διενέργεια υιοθεσίας. Εν προκειμένω, εξεταζόταν περίπτωση υιοθεσίας τέκνου συζύγου, για την οποία η αιτούσα μητέρα συναίνεσε αυτοπρόσωπα, ενώ η συναίνεση της φυσικής μητέρας θεωρήθηκε ότι αναπληρώνεται από πληρεξούσια σε Συμβολαιογράφο στα οποία δήλωσε ότι αναθέτει την επιμέλεια και ανατροφή του τέκνου της με σκοπό την υιοθεσία στην οικογένεια του φυσικού πατέρα αυτού και της αιτούσας. Με την ανωτέρω ερμηνεία του 1543 ΑΚ, το δικαστήριο παράκαμψε την κατά τέσσερα έτη υπέρβαση του ορίου διαφοράς ηλικίας μεταξύ αιτούσας και υιοθετούμενου, προτάσσοντας το συμφέρον του τελευταίου και εξετάζοντας ένα σύνολο παραγόντων όπως τα παιδοκεντρικά κίνητρα της αιτούσας, την οικονομική τους κατάσταση κ.α. Έπειτα και από τη διενέργεια της απαιτούμενης κοινωνικής έρευνας έκρινε την αίτηση υιοθεσίας δεκτή.